- πάντα
- toujours
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
πάντᾳ — πάντᾱͅ , πάντῃ every way doric (indeclform adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάντα — Όνομα 2 θηλαστικών της οικογένειας των προκυονιδών ή προκυνιδών: του μικρού π. (ailurus fulgens) και του γίγαντα π. (ailuropoda melanoneuca). Ο πρώτος, εξαιτίας του σχήματος του κεφαλιού και του κορμού, μοιάζει λίγο με μεγάλη γάτα· έχει ύψος… … Dictionary of Greek
πάντα — (επίρρ. χρον.), πάντοτε: Όσος είσαι πάντα φαίνου και κομμάτι παρακάτω (παροιμ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Πάντα ταῦτα γὰρ τύχη δίδωσι καὶ παραιρεῖται πάλιν. — πάντα ταῦτα γὰρ τύχη δίδωσι καὶ παραιρεῖται πάλιν. См. Счастью не вовсе верь! … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Πάντα ρεί — (panta rei) (греч.) всё течёт. Выражение, приписываемое Гераклиту. Философский энциклопедический словарь. М.: Советская энциклопедия. Гл. редакция: Л. Ф. Ильичёв, П. Н. Федосеев, С. М. Ковалёв, В. Г. Панов. 1983 … Философская энциклопедия
παντᾶ — πάντῃ every way doric (indeclform adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παντᾷ — πάντῃ every way doric (indeclform adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάντα — πᾶς papa masc acc sg πᾶς papa neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πάντα ῥεῖ. — См. Ничто не вечно под луною … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Πάντα τὸν βοῦν ἔφαγε κεἰς τὴν οὐρὰν ἀπεκάμεν. — См. Собаку съел, только хвостом подавился … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Πάντα καθαρὰ τοῖς καθαροῖς. — См. Чистому все чисто … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)